-
1 προσωτέρω
προσωτέρω, [dialect] Att. [full] πορρωτέρω ( [full] πορρώτερον v.l. in Arist.Mu. 397b35; late [full] προσώτερον, Iamb.Myst.5.9), [comp] Comp. of πρόσω,A further on, ἔτι π. Hdt.2.175, 4.7; ἐπιδιώκειν ἔτι π. Id.8.111;π. ἀπεῖναι Hp.Art. 46
; αἱ πορρ. πόλεις the more distant, Plb.5.34.8: c.gen., further than, Hdt.4.16, etc.;πορρ. τοῦ καιροῦ X.HG7.5.13
;π. εἰπεῖν τούτων Hdt. 6.124
;πορρ. τοῦ δέοντος Pl.R. 562d
;πορρ. τῶν τριτείων Id.Phlb. 22e
: also with the Art., τὸ προσωτέρω πορεύεσθαι, πλέειν, Hdt.1.105, 3.45, etc.;τὸ π. τούτων Id.2.103
.II [comp] Sup. [full] προσωτάτω ( [full] προσώτατα Hdt.2.103, S.El. 391), [dialect] Att. [full] πορρωτάτω, furthest,ἀποπτύουσιν ὡς δύνανται πορρωτάτω X. Mem.1.2.54
;ὅτι π. ταχθέντες Id.Cyr.2.1.11
; τὰ προσωτάτω when furthest distant, Hdt.4.43;προσώτατα ἀπικέσθαι Id.2.103
;δραμοῦσα τοῦ προσωτάτω S.Aj. 731
; ὅπως ἀφ' ὑμῶν ὡς προσώτατ' ἐκφύγω as far as possible, Id.El. 391.2 c. gen., furthest from, ;ἐμαυτὸν ὡς πορρωτάτω ποιῆσαι τῶν ὑποψιῶν Isoc.3.37
; alsoὡς πορρ. ἀπὸ τῆς πόλεως Id.17.19
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προσωτέρω
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский